-
1 свидетельство
-а ουδ.1. μαρτυρία• απόδειξη: свидетельство очевидцев μαρτυρία αυτόπτων•факты служат лучшим -ом τα γεγονότα είναι η καλύτερη απόδειξη.
|| έκθεση, διαπίστωση (γιατρών, πραγ-ματογνωμώνων κλπ.).2. αποδεικτικό, πιστοποιητικό• βεβαίωση•свидетельство о поведении πιστοποιητικό διαγωγής•
докторское свидетельство βεβαίωση γιατρού•
метрическое свидетельство πιστσπιητικό μητρώου•
-об окончании средней школы απολυτήριο μεσαίου σχολείου (μέσης εκπαίδευσης)•
медицинское свидетельство ιατρική βεβαίωση, βεβαίωση γιατρού.
εκφρ.по -у соврменников – κατά τη γνώμη των συγχρόνων (του, της κ.τ.τ.).